Το σενάριο μίνι πόλεμος υπό διεθνή εποπτεία.

Γράφει ο Μαργαρίτης Γιώργος

Το άτυπο Συμβούλιο των υ­πουργών Εξωτερικών της ΕΕ συνήλθε για δύο ημέρες, στις 27 και 28 Αυγούστου. Όπως συμβαίνει σε κάθε πρόσφατη σύνοδο των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, η Αθήνα είχε στηρίξει πολλές ελπίδες σ’ αυτό, περιμένοντας κάποιο ουσιαστικό βήμα, κάποια συλλογική αντίδραση στην επίθεση που δέχονται δύο κράτη μέλη της Ένωσης, η Κύπρος και η Ελλάδα. Το αποτέλεσμα ήταν αυτό που, με βάση την εμπειρία αναρίθμητων ανάλο­γων περιπτώσεων στο παρελθόν, όλοι περίμεναν. Έγινε μια κάποια συζήτηση, ομόφωνα οι εταίροι εξέφρασαν την αλ­ληλεγγύη και την συμπάθειά τους, α­κούστηκαν κάποιες αόριστες ιδέες για μέτρα -μετά βίας θα τα ονόμαζε κανείς κυρώσεις- και κατόπιν, στις δηλώσεις που ακολούθησαν τονίστηκε η ανάγκη διαλόγου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας για τις διαφορές τους γενικώς και τα "διαφιλονικούμενα" ύδατα της Ανατολι­κής Μεσογείου ειδικώς. Με λίγα λόγια τα συνηθισμένα. Εκείνο που, αν και τεί­νει να γίνει συνηθισμένο, δεν παύει να είναι ενοχλητικό είναι το ότι, ενώ ο υ­πουργός Εξωτερικών της Κύπρου εξέφρασε την απογοήτευσή του για το α­ποτέλεσμα κι αυτής της συνόδου, ο κ. Δένδιας έσπευσε να δηλώσει την ικανο­ποίησή του για το ίδιο αποτέλεσμα. 

Να θυμίσουμε ότι ο δεύτερος ήταν εκείνος που δραματοποίησε -όπως ήταν λογικό μετά από εβδομάδες ερευνών στην εν δυνάμει ελληνική υφαλοκρηπίδα με τη συνοδεία μεγάλου μέρους του τουρκικού στόλου- τα αιτούμενα, μιλώντας για "απόλυτη αναγκαιότητα" του πλαισίου κυρώσεων. Ο λόγος για τον οποίο αισθάνθηκε ικανοποιημένος για την μετάθεση της συζήτησης επί των έτσι κι αλ­λιώς αστείων κυρώσεων που προτάθηκαν για ένα μήνα, παραμένει άγνωστος. Σε ένα μήνα εξάλλου κάποια άλλη "προτεραιότητα" τύπου Λευκορωσίας θα ε­κτοπίσει το ζήτημα για μεταγενέστερο χρόνο. Τους διαδοχικούς ενθουσια­σμούς του Έλληνα υπουργού Εξωτερι­κών, της ελληνικής κυβέρνησης στο σύ­νολό της και του αφιερωμένου στο λιβάνισμα των εκάστοτε κυβερνώντων Τύ­που -έντυπου και ηλεκτρονικού- τους διαψεύδει η πραγματικότητα.

Μίνι πόλεμος υπό διεθνή εποπτεία

Επίμονα, μετά από κάθε έκφραση αλλη­λεγγύης και συμπάθειας, οι σύμμαχοι, ε­ταίροι και επιθυμητοί "προστάτες" της χώρας μας συνιστούν "να τα βρούμε" με την Τουρκία, να αποκλιμακώσουμε και να πάμε σε συζητήσεις με ασαφές πλαί­σιο. Τόσο ασαφές που παραπέμπει στο καθολικό πλαίσιο διαπραγμάτευσης που επιθυμεί η Τουρκία, αρχίζοντας από τα σύνορα και τον "ατυχή" καθορισμό τους στα 1923 ή στα 1947.Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο οι ενθουσιασμοί και οι επίσημες εκφράσεις ικανοποίησης α­πό την ελληνική πλευρά απλά ανοίγουν το επόμενο κεφάλαιο του δράματος, φέρνοντας πιο κοντά ή τη συνθηκολόγη­ση, ή τον πόλεμο, ως μέσο για να πλασαριστεί στον ελληνικό λαό η συνθηκο­λόγηση. Χωρίς να θέλουμε να γίνουμε μάντεις κακών, θα μπορούσαμε ίσως να υποθέσουμε ότι μπροστά στους τοίχους του αδιεξόδου που περικλείουν πλέον α­σφυκτικά την ελληνική πολιτική, θα ήταν ίσως για τις ελληνικές πολιτικές ελίτ και την άρχουσα τάξη καλοδεχούμενη διέ­ξοδος ένας "υπό διεθνή εποπτεία" μίνι πόλεμος. Μετά από αυτόν θα μπορούσε να διαπραγματευθεί ελεύθερα πολύ πε­ρισσότερα πράγματα απ’ όσα θα μπο­ρούσε πριν από αυτόν.

Η Ελλάδα έχει πολιτικά όπλα

Σε άλλες συνθήκες θα ήταν περιττό να υπενθυμίσουμε το προφανές και αυτο­νόητο. Το τι θα μπορούσε δηλαδή να διεκδικήσει η Ελλάδα στο διπλωματικό πεδίο και τι όπλα διαθέτει στο πεδίο αυ­τό. Στις παρούσες συνθήκες, όπου η ελ­ληνική πλευρά (πρωθυπουργός, υπουρ­γός Εξωτερικών και σύμπασα η πολιτική ηγεσία) περιφέρεται ως ικέτης έχει νόη­μα να παραθέσουμε το τι θα μπορούσε να είναι εθνική πολιτική απέναντι σε συμμάχους και εταίρους. Ας ανθολογή­σουμε:

Η ελληνική πλευρά θα μπορούσε να καταστήσει σαφές ότι το καθεστώς διευκολύνσεων και παραχωρήσεων προς το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ θα βρεθεί υ­πό αίρεση εάν η Συμμαχία και η μεγάλη "ηγέτιδα δύναμη" δεν εκπληρώσουν την πολιτική και -αν θέλετε- ηθική ευθύνη προς την Ελλάδα. Εάν δηλαδή την αφήσουν έρμαιο στις επιβουλές του άλλου "συμμάχου".
Η ελληνική πλευρά θα μπορούσε να καταστήσει σαφές ότι σε περίπτωση α­πώλειας κυριαρχικών δικαιωμάτων ή ε­πικράτειας, η Ελλάδα θα επανεξετάσει τις σχέσεις της με συμμάχους, συμμαχίες και εταίρους που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να της εξασφαλίσουν το απα­ραίτητο: την ασφάλειά της.
Η ελληνική πλευρά θα μπορούσε να καταστήσει σαφές ότι σε περίπτωση που οι σύμμαχοι και εταίροι δεν σεβα­στούν το γράμμα και το πνεύμα των συμφωνιών και δεν τιμήσουν τις υπο­χρεώσεις τους προς την Ελλάδα -όπως η Ελλάδα έχει τιμήσει όλες τις υποχρε­ώσεις στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της Ε­Ε- τότε η Ελλάδα θα στραφεί προς άλ­λες κατευθύνσεις για να αποκτήσει τα διπλωματικά και συμμαχικά ερείσματα που έχει ανάγκη ως κράτος δεχόμενο επίθεση.

Η Δύση έχει ανάγκη την Ελλάδα

Και επειδή το σύνδρομο του ικέτη έχει έτοιμες τις "απαντήσεις" στα παραπάνω αυτονόητα και επειδή το πολιτικό σύ­στημα θα σκίσει τα ιμάτιά του, λέγοντας ότι η χώρα θα απομονωθεί, θα γίνει α­ντιπαθής, θα θυμώσει τους ισχυρούς, θα υποφέρει και τα τοιαύτα, ας συμπλη­ρώσουμε λίγο ως προς το ποιος έχει α­νάγκη ποιον. Όλο αυτό το σύμπλεγμα συμμαχιών και ενώσεων που συνοπτικά ονομάζουμε Δυτικό Κόσμο, ετοιμάζει πόλεμο (ανοικτό, υβριδικό ή έρποντα) απέναντι στη Ρωσία και την Κίνα. Οι σχετικές επιχειρήσεις είναι ήδη σε εξέ­λιξη. Σε αυτό το πλαίσιο τυχόν δραματι­κές αλλαγές και αναστατώσεις στην στρατηγική "νοτιο-ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ" έχουν κρίσιμη σημασία. Η περιοχή φλέγεται ήδη. Και επειδή φλέ­γεται η Ελλάδα είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητο να "ανήκει σταθερά στη Δύση". Εάν αυτό έμπαινε στην ζυγαριά; Δευτερευόντως, το στρατηγικό προπύργιο της Δύσης στην στρατηγικό­τατη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ, έχει έ­ναν και μοναδικό σταθερό και αξιόπιστο ομφάλιο λώρο που περνά απαραίτητα από την Ελλάδα. 

Θα έθετε κανείς αυτήν την πραγματικότητα σε κίνδυνο; Θα ά­φηνε την τύχη του Ισραήλ των δέκα εκατομμυρίων στη διάθεση δυο μου­σουλμανικών χωρών-γιγάντων, της Τουρκίας των ενενήντα εκατομμυρίων και της Αιγύπτου των εκατό εκατομμυρίων; Αλλά ο ικέτης είναι ικέτης επειδή έχει αποποιηθεί, έχει αρνηθεί και τα ό­πλα του και τις δυνατότητές του. Έχει αφεθεί στη διάθεση αυτών που ο ίδιος θεωρεί ισχυρούς. Οι τελευταίοι το γνω­ρίζουν όπως γνωρίζουν, επίσης, ότι η μόνη συμπεριφορά απέναντι σε έναν ι­κέτη, περιλαμβάνει τις συνεχείς ταπει­νώσεις και κλωτσιές. Έτσι χωρίς λόγο. Μόνο και μόνο για να μην του περάσει του ικέτη η ιδέα ότι δεν του αξίζει να εί­ναι ικέτης. Ούτε στον λαό μας, ούτε στην ιστορία μας, αλλά θα πρόσθετα, ούτε σε αυτούς τους περιοδεύοντες θιάσους που παριστάνουν την "εθνική η­γεσία" των Ελλήνων, αξίζει μια τέτοια ταπείνωση.

Γράψε ένα σχόλιο

Νεότερη Παλαιότερη