Περίεργη εμμονή στον ρωσικό Τύπο για επικείμενο ελληνοτουρκικό  πόλεμο. Έτσι μετά το δημοσίευμα της ρωσικής εφημερίδας VZGLYAD με τίτλο «Tι θα γίνει εάν εμπλακούν σε πόλεμο Ελλάδα και Τουρκία», τώρα μια νέα ανάλυση από το κρατικό RIA NOVOSTI, έρχεται να ρίξει νέο «λάδι στη φωτιά».

Το ρωσικό πρακτορείο, θέτει το ερώτημα "εάν είναι φρόνιμο για την Ελλάδα, να επενδύει γεωστρατηγικά σε μια εξασθενημένη υπερδύναμη όπως οι ΗΠΑ, οι οποίες είναι αμφίβολο εάν θα την βοηθήσουν σε μια περίπτωση ελληνο-τουρκικής σύρραξης", αν και αναφέρει πως οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο είναι μικρές.

Μάλιστα στην ανάλυση δεν λείπουν  και οι ειρωνικές προς την Ελλάδα αιχμές θέτοντας το ερώτημα: "Τι είναι πιο κωμικό για την Τουρκία: Οι απειλές ότι δεν θα γίνει μέλος της ΕΕ, ή οι δηλώσεις Ελλήνων αξιωματούχων ότι η χώρα τους είναι έτοιμη για πόλεμο;", συμπληρώνοντας πως η Ελλάδα δεν έχει καμία ελπίδα απέναντι στην Τουρκία που διαθέτει ένα από τους δέκα πιο ισχυρούς Στρατούς στον κόσμο.

Υιοθετώντας  δηλαδή την ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία του εκπροσώπου του Ερντογάν.

Με τίτλο η «Ελλάδα εναντίον Τουρκίας: η Ουάσιγκτον θα βοηθήσει άραγε την Αθήνα;» η Ιρίνα Άλξνις επικρίνει την Ελλάδα για τη «σκληρή φιλοαμερικανική τροχιά» που ακολουθεί, ενώ θεωρεί ότι «οι ελπίδες των Ελλήνων στην ενεργή και αποτελεσματική τους βοήθεια από τις ΗΠΑ μπορεί και να αποδειχθούν εντελώς μάταιες».

«Η Ουάσινγκτον θα βοηθήσει άραγε την Αθήνα;»

Σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό πρακτορείο, η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια έχει καταστρέψει την παραδοσιακή ειδική σχέση, που είχε με τη Ρωσία, ακόμη και ως μόνιμο μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Η συντάκτης του δημοσιεύματος εκφράζει την έκπληξή της για το τι μπορεί να ελπίζει η ελληνική ηγεσία ποντάροντας όλα της τα χαρτιά σ’ έναν υπό «εξασθένηση ηγεμόνα», δηλαδή τις ΗΠΑ.

«Ο πρεσβευτής της Τουρκίας στην Αθήνα Μπουράκ Οζούγκεργκιν διαβεβαίωσε ότι η χώρα του θέλει σχέσεις καλής γειτονίας με την Ελλάδα, ότι επανειλημμένως πρότεινε να συζητηθούν τα αμφιλεγόμενα ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών και είναι όπως και πριν διατεθειμένη για διάλογο.

Το σχόλιο του διπλωμάτη ήταν απάντηση σε σειρά ακραία έντονων δηλώσεων Ελλήνων και Κυπρίων κυβερνητικών παραγόντων τις τελευταίες ημέρες.

Ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκος Αναστασιάδης δήλωσε ότι η Τουρκία πρέπει εξαιτίας της επιθετικής της πολιτικής να χάσει το καθεστώς της υποψήφιας χώρας για ένταξη στην ΕΕ.

Είναι δύσκολο να πούμε τι είναι πιο κωμικό για την Άγκυρα, η οποία για δεκαετίες κάθεται στον προθάλαμο της ΕΕ: η συγκεκριμένη απειλή ή η πρόσφατη προειδοποίηση του υπουργού Άμυνας της Ελλάδας περί ετοιμότητάς της για μια πολεμική σύγκρουση με τους Τούρκους», αναφέρει το δημοσίευμα.

Στο επίκεντρο οι υδρογονάνθρακες

Σύμφωνα με την συντάκτη, Αθήνα και Λευκωσία έχουν λόγους να ανησυχούν. Η Άγκυρα συνεχίζει τις έρευνες για κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο, θίγοντας τα συμφέροντα της Αθήνας και της Λευκωσίας, ενώ κυρώσεις επέβαλε και η ΕΕ.

Αυτή τη φορά, η ένταση κλιμακώθηκε όταν δημοσιεύτηκαν στο κρατικό ΦΕΚ οι αιτήσεις της κρατικής εταιρείας πετρελαίου της Τουρκίας για έκδοση αδειών για διεξαγωγή ερευνών κοντά σε ελληνικά νησιά. Η Αθήνα κατηγόρησε την Άγκυρα για γεωλογικές έρευνες στην υφαλοκρηπίδα της και για προσπάθεια «σφετερισμού των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδος».

Η Ελλάδα ευελπιστεί στις ΗΠΑ

Στα λόγια, η Αθήνα απευθύνεται στην Ευρώπη. Όμως, οι μεγάλες ελπίδες για την επίλυση του ζητήματος στρέφονται στις ΗΠΑ. Ειδικότερα, η δήλωση του υπουργού Άμυνας αποτελεί προσπάθεια να προσελκύσει την προσοχή του ανώτερου εταίρου του ΝΑΤΟ στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί.

«Οι εμπειρογνώμονες εκτιμούν ότι οι πιθανότητες να φτάσει μια ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση σε θερμή φάση είναι εξαιρετικά μικρές. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στο ότι μια πολεμική σύγκρουση μεταξύ μελών του Βορειοανατολικού Συμφώνου είναι ανεπίτρεπτη.

Στο κάτω κάτω αυτό καθόλου δεν βοήθησε το 1974 στην Κύπρο. Ακόμη και σήμερα τα συνοριακά επεισόδια στον αέρα και τη θάλασσα είναι συνηθισμένη υπόθεση μεταξύ των δύο χωρών», σημειώνει η ανάλυση.

Σε στρατιωτικό επίπεδο, η Ελλάδα δεν δείχνει να έχει πιθανότητες εναντίον της Τουρκίας, της οποίας οι ένοπλες δυνάμεις βρίσκονται στην πρώτη δεκάδα των πιο ισχυρών στρατών στον κόσμο.

«Γι’ αυτό είναι απόλυτα κατανοητές οι ελπίδες που τρέφουν για βοήθεια από τις ΗΠΑ, οι οποίες θα πρέπει να βάλουν στη θέση του τον εκρηκτικό Ερντογάν. Το πρόβλημα είναι ότι για τις ΗΠΑ αυτή η ιστορία είναι επίσης εξαιρετικά άβολη και απειλεί να επιφέρει νέες απώλειες, παρά οφέλη», εκτιμά η συντάκτης.

Η στάση της Τουρκίας στις αντιδράσεις για τους S-400

Κι αυτό επειδή η Ουάσινγκτον δεν μπορεί πλέον να διατάξει, να παζαρέψει ή να χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι στην Τουρκία, κάτι που αποδείχθηκε και από τη στάση της Άγκυρας στους S-400.

Οι τουρκικές Αρχές επανειλημμένως επέδειξαν όχι απλώς κραυγαλέα περιφρόνηση στις εντολές, που ήρθαν από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αλλά και ετοιμότητα να προκαλέσουν τις ΗΠΑ. Η αγορά των ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων S-400, παρά τις τεράστιες προσπάθειες των Αμερικανών να ακυρώσουν τη συμφωνία, κάθε άλλο παρά είναι η μόνη απόδειξη για αυτό.

Η Τουρκία σήμερα έχει ανεξάρτητη στάση και φιλοδοξία που κατά καιρούς μετατρέπεται σε τυχοδιωκτισμό, όπως προκύπτει από τις επιχειρήσεις σε Συρία, Λιβύη, τη διαχείριση του μεταναστευτικού, τη στάση της στη Μέση Ανατολή και τώρα στην Ανατολική Μεσόγειο, που ξεκάθαρα προκαλεί τους γείτονες.

«Ωστόσο, δεν προχωρούν πάντα όλα για την Άγκυρα ομαλά και κατά το σχέδιό της. Δεν είναι λίγα τα προβλήματα, οι αποτυχίες και η ανάγκη για υποχωρήσεις, εκεί που απλώς θα ήθελε να υπαγορεύσει τη θέλησή της. Είναι αρκετό να θυμηθούμε τα πρόσφατα ξεκαθαρίσματα με τη Ρωσία λόγω του Ιντλίμπ.

Παρ’ όλ’ αυτά ο Ερντογάν επιδιώκει να αξιοποιήσει στο μέγιστο βαθμό τη μεγάλη γεωπολιτική ανακατανομή, που εξελίσσεται στον κόσμο, για να αυξήσει την κρατική του ισχύ και την επιρροή της χώρας του. Και η αποφυγή οποιουδήποτε υπονοούμενου παραπέμπει σε σχέσεις υποταγής στις ΗΠΑ είναι το πρώτο του μέλημα», προσθέτει.

«Οι ελπίδες των Ελλήνων μπορεί να αποδειχθούν μάταιες»

Την ίδια ώρα, οι ΗΠΑ καλούνται να λύσουν πολλά και δύσκολα προβλήματα σε εσωτερικό και εξωτερικό, με αποτέλεσμα «οι ελπίδες των Ελλήνων στην ενεργή και αποτελεσματική τους βοήθεια, μπορεί και να αποδειχθούν εντελώς μάταιες».

Αυτό, εννοείται, θα καταστεί ένα ακόμη χτύπημα για την εικόνα της Ουάσιγκτον ως μεγάλης δύναμης, όχι όμως και τόσο μοιραίο μέσα στο γενικό πλαίσιο των εξελίξεων, που διαδραματίζονται.

Το πλέον δυσάρεστο περιμένει κυρίως την Αθήνα.

«Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα άλλαξε την ειδική της τοποθέτηση, σύμφωνα με την οποία, η συμμετοχή της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ συμπληρωνόταν από παραδοσιακά καλές σχέσεις με τη Ρωσία.

Η ηγεσία της χώρας υιοθέτησε μια σκληρή φιλοαμερικανική τροχιά (ακόμη και σε βάρος των σχέσεων με την Ευρώπη) και προχώρησε σε αντιπαράθεση με τη Ρωσία. Επομένως τώρα πραγματική βοήθεια, και όχι τυπικά λόγια στήριξης, δεν έχει να περιμένει η Αθήνα από πουθενά στην αντίθεσή της με την Τουρκία.

Η περίεργη επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης να ποντάρει χωρίς εναλλακτικές σε έναν ηγεμόνα, που φανερά αποδυναμώνεται σε μια περίοδο μεγάλης κλίμακας αλλαγών παγκοσμίως, μοιάζει ότι θα αποδειχθεί ριψοκίνδυνη και εν δυνάμει αποτυχημένη πολύ περισσότερο από τον κρατικό τυχοδιωκτισμό του Ερντογάν» καταλήγει η αρθρογράφος.

Γράψε ένα σχόλιο

Νεότερη Παλαιότερη